Εξάψεις, αϋπνία, έτοιμη για καυγά ή να βάλει τα κλάματα, κούραση αλλά και άγχος είναι μερικά από τα …ζόρικα σύμπτωμα που αντιμετωπίζει η γυναίκα στην εμμηνόπαυση, η οποία συνήθως τα διαχειρίζεται μόνη της, ξεσπώντας πολλές φορές στην οικογένειά της.
Με την έναρξη της εμμηνόπαυσης μπορεί να υπάρξει μια αίσθηση τεράστιας απώλειας – νεότητας, ελκυστικότητας, θηλυκότητας και για κάποιες μια υπαρξιακή κρίση. Η γυναίκα, συνειδητά ή ασυνείδητα, μπορεί να αρχίσει να σκέφτεται που βρίσκεται η ζωή της τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον. Αυτό το αίσθημα μπορεί να φέρει μια νέα αρχή ενός νέου κεφαλαίου ή μια αίσθηση αποτυχίας, τρόμου και φόβου για αυτό που βρίσκεται μπροστά.
«Για μια γυναίκα που δεν έχει κάνει παιδιά, η εμμηνόπαυση φέρνει τη συνειδητοποίηση ότι η μητρότητα δεν είναι πλέον δυνατή. Ακόμη και για εκείνες, όμως, που έχουν παιδιά, μπορεί να υπάρξει θλίψη και απώλεια στο τέλος αυτού του κεφαλαίου της ζωής τους – η ικανότητα δηλαδή να αντέχουν και να φέρνουν ζωή στον κόσμο» αναφέρει η Στρατηγούλα Παρασκευοπούλου Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Επιτημονικός Συνεργάτης της Ελληνικής Εταιρίας Εμμηνόπαυσης (ΕΛ.ΕΤ.ΕΜ).
Η εμμηνόπαυση μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο και στις σχέσεις μέσα στην οικογένεια. Η απώλεια της λίμπιντο μπορεί να σηματοδοτήσει την απώλεια της αίσθησης της θηλυκότητας και της επιθυμίας και να ασκήσει μια ορισμένη πίεση στη σχέση με τον σύντροφό της.
Μπορεί αυτή η φάση να την βρίσκει μεταξύ της ενασχόλησης με εφήβους και ηλικιωμένους γονείς, και αυτό μπορεί να είναι εξαιρετικά απαιτητικό.
Μπορεί να είναι ανήσυχη εσωτερικά αλλά ταυτόχρονα να έχει χαμηλή ενέργεια. Επίσης το να έχει μια κόρη που μεγαλώνει και γίνεται όμορφη γυναίκα μπορεί να είναι δύσκολο όταν ταυτόχρονα νιώθει ότι η ελκυστικότητά της μειώνεται.
Πώς μπορεί να βοηθήσει η ψυχοθεραπεία
Όταν μια γυναίκα εμφανίζει συμπτώματα εμμηνόπαυσης, είναι σημαντικό να επισκεφτεί τον γυναικολόγο της για να το διερευνήσει και να το αντιμετωπίσει τόσο από σωματική όσο και από ιατρική άποψη. Παράλληλα με αυτό, είναι σημαντικό να αντιμετωπίσει και από πλευράς συναισθηματικής και ψυχικής υγείας, ώστε να έχει επαρκή υποστήριξη κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας.
Στην φάση αυτή η ψυχοθεραπεία μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη. Η εμμηνόπαυση μπορεί να εκδηλωθεί με δύσκολα συμπτώματα όπως:
άγχος,
κατάθλιψη,
δυσκολίες με θυμό,
κόπωση,
αίσθημα υπερέντασης και προβλήματα σχέσεων.
Μπορεί επίσης να είναι μια στιγμή που προηγούμενα τραύματα ή προβλήματα παιδικής ηλικίας να έρθουν στο προσκήνιο.
«Ακούγοντας και κατανοώντας πραγματικά τι συμβαίνει, ένας ψυχοθεραπευτής μπορεί να τη βοηθήσει να εξερευνήσει τα ζητήματα με τα οποία παλεύει ώστε μπορέσει να επαναπροσδιορίσει την άποψή της για το τι συμβαίνει στη ζωή της. Αυτό τη βοηθά να αποκτήσει περισσότερο χώρο και ανακούφιση ως προς αυτά τα ζητήματα και να βρει διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισής τους» επισημαίνει η ειδικός της ΕΛ.ΕΤ.ΕΜ.
Επίσης η ψυχοθεραπεία μπορεί να τη βοηθήσει να ανακαλύψει και άλλες εσωτερικές της δυνατότητες που μέχρι τώρα δεν ήξερε ότι διαθέτει καθώς και να βρει υποστήριξη από περισσότερους ανθρώπους γύρω της, ειδικά όταν αισθάνεται καταπονημένη και αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Πολλές γυναίκες είναι σε θέση να αναγνωρίσουν και να περιγράψουν πηγές έντασης και συμπτώματα άγχους, αλλά μπορεί να δυσκολεύονται να αφιερώσουν χρόνο για τον εαυτό τους.
Η αναγνώριση ενός προβλήματος είναι το πρώτο βήμα για την εύρεση τρόπων αντιμετώπισης. Αν και πολλοί στρεσογόνοι παράγοντες δεν μπορούν να αλλάξουν, οι δεξιότητες αντιμετώπισης μπορούν να επιτρέψουν στις γυναίκες να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της ζωής και να δημιουργήσουν μια ανανεωμένη αίσθηση αυτοπεποίθησης, ισορροπίας και αρμονίας.
«Η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει μια γυναίκα να έχει μια πιο ευρεία οπτική γύρω από τον αντίκτυπο της εμμηνόπαυσης στη ζωή της. Μια γυναίκα που βρίσκεται στην εμμηνόπαυση βιώνει τεράστιες αλλαγές, σωματικές, συναισθηματικές και πνευματικές. Όσο κι αν προσπαθεί να αντισταθεί στην εμμηνόπαυση, δεν μπορεί να τη σταματήσει.» επισημαίνει η κυρία Παρασκευοπούλου και συνεχίζει: «Είναι σημαντικό η απεραντοσύνη τέτοιων αλλαγών να αναγνωρίζεται τόσο από την ίδια όσο και από τους γύρω της. Πρέπει να αντιμετωπίσει το θάνατο της γονιμότητάς της, την απώλεια της νιότης της και να αποδεχθεί ότι δεν είναι πλέον σε θέση να τραβήξει την προσοχή που είχε κάποτε.».
Εάν είναι σε θέση να συμβιβαστεί με αυτές τις αλλαγές, μπορεί να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το μέλλον με περισσότερη αποδοχή και ηρεμία και ίσως ακόμη και να το δει ως μια μετάβαση σε ένα άλλο κεφάλαιο της ζωής της, ένα κεφάλαιο που θα μπορούσε να φέρει μεγαλύτερη προσωπική ελευθερία και ανταμοιβές με τον δικό του τρόπο.